отучаться - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

отучаться - translation to γαλλικά


отучаться      
1) см. отучиться 1)
2) страд. être + part. pas. ( ср. отучить)
se déshabituer      
отвыкать, отучаться
se déshabituer      
отучаться (от + G); отвыкать/отвыкнуть (от + G)

Ορισμός

отучаться
ОТУЧ'АТЬСЯ, отучаюсь, отучаешься, ·несовер.
1. ·несовер. к отучиться
в 1 ·знач.
2. страд. к отучать
(см. отучить
в 1 ·знач. ).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για отучаться
1. Отучаться от своих наклонностей Пичушкину придется прямо в колонии.
2. - Одним словом, нашей публике пора отучаться от облика неухоженного, немытого рокера.
3. К концу поездки взмахи дланью у крана превращаются в рефлекс, от которого дома нужно отучаться.
4. "Я не хочу насильно людей заставлять отучаться от курения, - говорит он.
5. Люди, не морщась, говорят: "Воспитатель сказала", "Приходила наша врач"; на мемориальной доске отлито: "поэт Ольга Берггольц". И зачем отучаться от согласования слов по родам - непонятно.